ζυμάση

ζυμάση
η
ένζυμο που εκκρίνεται από τους ζυγομύκητες και μπορεί να προκαλέσει ζύμωση τών σακχάρων ακόμη και χωρίς την παρουσία τών ζυμομυκήτων.
[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. zymase < zym (πρβλ. ζύμη) + -ase (πρβλ. -αση)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • ζυμάση — η ένζυμο της ζυθοζύμης, που αποσυνθέτει τη γλυκόζη σε αλκοόλη και διοξείδιο του άνθρακα κατά την αλκοολική ζύμωση …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”